Η μνήμη των προσφύγων μετουσιώνεται σε έναν κεντρικό τόπο ανάμνησης. Ξεκινά από τη δραματική μετακίνηση των πληθυσμών σε όλη την Ευρώπη μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και τις αγωνιώδεις προσπάθειες των ανθρώπων να βρουν μια συνθήκη βίου στη νέα κατάσταση. Ο τρόπος που διαμορφώνουν την ταυτότητά τους σμιλεύεται σταδιακά, καθώς προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην εμπειρία του παρελθόντος και την καινούρια αλήθεια του παρόντος. Η προσδοκία για μια νέα αρχή, η επιθυμία αποφυγής της λήθης, η ανάγκη για να θεμελιώσουν εκ νέου τη ζωή τους, αποτελεί βασικό τους μέλημα. Η μνήμη τους δεν είναι άυλη· συνδέεται με φορείς, θεσμούς, ήθη και έθιμα, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής βούλησης και των δικτύων, στα οποία κινήθηκαν όσοι πρωταγωνίστησαν στη διαμόρφωσή της. Η εικαστική παραγωγή με την παρέμβασή της, δημιουργεί έναν ανεξάρτητο και συμβολικό χώρο, στον οποίο επαναπροσδιορίζονται, τόσο οι ανθρώπινες σχέσεις, όσο και το κοινωνικό τους πλαίσιο.